Σύρος

<<Η ΣΥΡΙΑΝΑΙΣ>>

‘’Λευκά κοσμούν την άνοιξι τη βυσσινιά λουλούδια·

τη Σύρα πάντα έμψυχα λουλούδια ωραΐζουν.

Παντού ταις βλέπεις ζωηραίς σαν νέα πεταλούδια·

καθώς σε νοιώσουν σαν τρελλαίς ευθύς σε τριγυρίζουν,

και είναι όλαις νόστιμες,

προ πάντων οι μελαχριναίς.

Αχ ψυχή μου, Συριαναίς.’’

 

Έτσι αρχίζει ο Κλέων Ραγκαβής το ποίημά του «Η Συριαναίς» αναφερόμενος στις κατοίκους αυτού του νησιού, κατά τον οποίο είναι πανέμορφες. Και πως γίνεται να μην είναι τόσο όμορφες όταν έχουν καταγωγή από ένα τόσο όμορφο νησί! Το νησί της Σύρου...

Γενικά στοιχεία

Η Σύρος , σύμφωνα με μία εκδοχή, οφείλει την ονομασία της στις φοινικικές γλωσσικές ρίζες Ουσύρα ή Ουσούρα , δηλαδή ευτυχής, μιας και οι Φοίνικες θεωρούνται οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού ενώ σύμφωνα με μία άλλη, προέρχεται από το Συρ που σημαίνει βράχος. Είναι νησί των Κυκλάδων και ήταν πρωτεύουσα του ομώνυμου Νομού, ενώ τώρα είναι πρωτεύουσα της Περιφέρειας Νότιου Αιγαίου. Πρωτεύουσά της είναι η Ερμούπολη. Η έκτασή της είναι 84,069 τ.χλμ.. Το βόρειο μέρος της Σύρου που ονομάζεται Απάνω Μεριά ή Άνω Σύρος και είναι ορεινό. Στο λόφο της Άνω Σύρου δεσπόζει η καθολική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που χτίστηκε τη Μεσαιωνική εποχή. Έχει λίγους δρόμους και μονοπάτια αλλά περιέχει τοπία με βράχια, γεφυράκια, σπηλιές και άβατες παραλίες. Το νότιο μέρος είναι πεδινό και εκεί βρίσκονται τα περισσότερα χωριά και οι παραλίες του νησιού. Οι οικισμοί εκεί είναι ανεπτυγμένοι τουριστικά, ενώ και το οδικό δίκτυο είναι άριστο. Η πρωτεύουσα Ερμούπολη βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του νησιού.

Ιστορικά στοιχεία

Η Σύρος κατοικήθηκε από την προϊστορική εποχή (4.000 π.Χ.) και αργότερα κατά την Πρωτοκυκλαδική περίοδο (3.000 π.χ.) πέρασε υπό την κυριαρχία των Φοινίκων. Στη συνέχεια το νησί εξουσίαζε η μινωική Κρήτη, οι Μυκήνες και τέλος, στις αρχές της 1ης χιλιετίας π.Χ., οι Ίωνες.

Η πρώτη ιστορική αναφορά γίνεται από τον Όμηρο που την αναφέρει ως «Συρίη» και την αποκαλούσε από τότε ως «δίπολις», δηλαδή είχε δύο πόλεις: την Ποσειδωνία και τη Φοινική.

Την εποχή του κλασικού κόσμου εντάχθηκε στην Αθηναϊκή συμμαχία. Μετά τη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.) οι Κυκλάδες υποτάχθηκαν στους Μακεδόνες, μαζί και η Σύρος. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους (184 π.Χ.-324 μ.Χ.), η πρωτεύουσα της Σύρου βρισκόταν στη θέση της σημερινής Ερμούπολης. Τότε σημειώνεται στο νησί ανάπτυξη. Το 1204 με την επικράτηση των Βενετών στο Αιγαίο, δημιουργήθηκε ο πρώτος αξιόλογος οικισμός, η Άνω Σύρος, οι κάτοικοι της οποίας ασπάστηκαν τον Καθολικισμό. Διατηρήθηκε επίσης μια μικρή ενορία ορθοδόξων, του Αγίου Νικολάου «του Φτωχού».

Οι Ενετοί ,όμως, ήταν αυτοί που έκαναν τη Σύρο ένα σπουδαίο εμπορικό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου. Όταν το νησί περιήλθε στην κυριαρχία των Γάλλων, η Άνω Σύρος κατοικήθηκε από καπουτσίνους οι οποίοι ίδρυσαν μια μικρή μονή.

Η κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της Ερμούπολης, και κατά συνέπεια της Σύρου, ήλθε μετά την επανάσταση του 1821, όταν μια ομάδα προσφύγων από τα Ψαρά, τη Χίο, την Κρήτη και τη Μικρά Ασία, εγκατέστησαν εδώ τις ναυτικές και εμπορικές τους δραστηριότητες. Η περίοδος της ακμής κράτησε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα με την ανάπτυξη του λιμανιού του Πειραιά και τη διάνοιξη του Ισθμού της Κορίνθου.

Έθιμα , γράμματα και τέχνες

Χαρακτηριστικό έθιμο της Σύρου είναι ο εορτασμός του Πάσχα που γίνεται την ίδια ημερομηνία από καθολικούς και ορθόδοξους , τηρώντας ο καθένας χωριστά τα έθιμα που η παράδοση τους επιβάλλει. Το 19ο αιώνα αναπτύχθηκαν οι διάφορες ‘Λέσχες’ και σύλλογοι που αποτελούσαν φορείς πολιτισμού και πνευματικής ανάπτυξης. Σε ό,τι αφορά τη μουσική , με απόφαση τού Δήμου το 1869, ιδρύθηκε ή "Φιλαρμονική Δημοτική Εταιρεία Ερμουπόλεως" με μουσικοδιδάσκαλο τον Δελφίνο Σπινέλη η οποία όμως διαλύθηκε σύντομα (1872). Το 1894 ιδρύθηκε ο σύλλογος "Φιλόμουσοι Σύρου", με κύριο έργο τη διδασκαλία της ωδικής και οργανικής μουσικής και την ίδρυση φιλαρμονικής. Ανάπτυξη υπήρξε και στο Θέατρο με χαρακτηριστικό το Θέατρο Απόλλων που βρίσκεται στην Ερμούπολη και είναι ένα από τα πιο γνωστά θέατρα της Ελλάδας. Στη Σύρο υπήρξαν,επίσης, σπουδαίες προσωπικότητες όπως ο Λέων Κουκούλας , ο Μάνος Ελευθερίου , ο Νικόλαος Κάλας και πολλοί άλλοι που άφησαν πίσω τους σπουδαία έργα μεγάλης αξίας.Η αρχιτεκτονική επηρεάστηκε από τους πρόσφυγες του νησιού με χαρακτηριστικό το νεοκλασικό στοιχείο. Επίσης στο νησί κατασκευάστηκαν μουσεία όπως το Αρχαιολογικό Μουσείο Σύρου , το Βιομηχανικό Μουσείο , το Μουσείο Μάρκου Βαμβακάρη κ.α.

Η Σύρος σήμερα

Σήμερα η Σύρος εμφανίζεται ιδιαίτερα αναπτυγμένη οικονομικά, ανάπτυξη που στηρίζεται σε πολλές διαφορετικές πηγές. Καθοριστικά συμβάλλουν ο τουρισμός, η λειτουργία του ναυπηγείου, η αγροτική παραγωγή, η παρουσία πολλών δημόσιων υπηρεσιών και η λειτουργία του τμήματος Μηχανικών Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Επίσης η Σύρος είναι έδρα και του Διοικητικού Πρωτοδικείου Σύρου, το οποίο έχει στην κατά τόπον αρμοδιότητά του όλο το Νομό Κυκλάδων καθώς και το γειτονικό Νομό Σάμου (Σάμος, Ικαρία, Φούρνοι).

Η ζωή στην Ερμούπολη παραμένει ζωντανή καθ' όλη τη διάρκεια του χειμώνα και ελάχιστα είναι τα καταστήματα που μένουν ανοιχτά μόνο για την καλοκαιρινή περίοδο.

syros-anafores.docx (22 kB)

perissoteres plirofories-syros.docx (19,3 kB)

"Η Σύρος, από τη θάλασσα, είναι σα μία εξαίσια ακουαρέλα. Δύο ψηλοί κωνικοί λόφοι, σκεπασμένοι από τη ρίζα τους ως την κορφή τους με άσπρα, ρόδινα και γαλάζια σπίτια, καθρεφτίζονται πάνω στα γαλήνια νερά. Οι δύο αυτοί λόφοι είναι δύο κόσμοι. Ο ένας είναι η νέα πολή, η Ερμούπολις, που φάνηκε μια εποχή να δικαιολογεί την ονομασία της, γιατί είχε γίνει ένα μεγάλο εμπορικό και ναυτικό κέντρο. Είχε φαρδιούς και ίσιους δρόμους, μεγάλα συμμετρικά σπίτια και μια μεγάλη πλακοστρωμένη πλατεία, όπου τ' απογεύματα μαζεύεται η καλή κοινωνία της Σύρου για ν' ακούει τη φιλαρμονική να παίζει παλιές όπερες και για ν' αλληλοκοιτάζεται. Είναι μια πόλη ευπρόσωπη- και ξεπεσμένη. Η ναυτική και εμπορική της κίνηση είναι, σήμερα, ασήμαντη. Τα περισσότερα καταστήματα της στην παραλία, που τα βράδυα φωτίζονται με πολύχρωμα λαμπιόνια, δεν πουλάνε παρά λουκούμια- τα περίφημα συριανά λουκούμια, που όλοι οι ταξιδιώτες των βαποριών της γραμμής θεωρούν καθήκον τους να βγουν και ν' αγοράσουν και να τα πάνε δώρο στους δικούς τους.

Στη νέα αυτή πόλη κατοικούν οι ορθόδοξοι. Η κορυφή του λόφου της στεφανώνεται από μια βυζαντινή εκκλησία, που ο άσπρος της τρούλος λάμπει πάνω στο γαλάζιο του ουρανού. Μέσα στο διάστημα ενός αιώνα, η εκκλησία αυτή έγινε καταφύγιο σε δύο μεγάλες δυστυχίες του γένους: πρώτα οι Χίοι, φεύγοντας τις φλόγες και τους σκοτωμούς των Τούρκων, γέμισαν μια μέρα την αυλή της σαν κοπάδι τρομαγμένα περιστάρια. Έπειτα οι Έλληνες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Σήμερα, η ηλιοφώτιστη αυλή της έχει τη μεγάλη εκείνη θρησκευτική γαλήνη που μοιάζει σαν εκτός καιρού και γεγονότων...

Στον άλλο λόφο -αριτερά σ' όποιον μπαίνει στο λιμάνι- είναι η παλιά πόλη. Τη στεφανώνει μια πανάρχαια καθολική μητρόπολη, που χρονολογείται, όπως λένε, από το καιρό του Λουδοβίκου ΙΒ'. Τα χρόνια που την επισκέφθηκε ο ταξιδιώτης Τουρνεφόρ, ήταν <<η πιο καθολική πολιτεία όλου του Αρχιπελάγους>>. Είναι και σήμερα, αλλ' αυτό δε σημαίνει πια μεγάλα πράγματα. Ήταν όμως καιρός που ο καθολικισμός γνώρισε μέρες μεγάλης δόξας σε μερικά από τα νησιά των Κυκλάδων: ο καιρός των Σταυροφοριών και της βενετσιάνικης θαλασσοκρατίας. Οι μεγάλες οικογένειες με τα ξενικά και χτυπητά ονόματα, που είχαν ριζώσει στα νησιά, ήταν όλες καθολικές. Τα νησιά ήταν τα φεούδα τους. Είχαν μεγάλα κτήματα, ήταν πλούσιες, διευθύνανε τα πάντα. Σήμερα, από τα μεγαλεία αυτά, οι απόγονοι των οικογενειών εκείνων δε διατηρούν παρά τη νοσταλγική τους ανάμνηση. Από την εποχή ακόμα που επισκέφθηκε τα νησιά ο κόμης Γκομπινώ, είχαν πέσει σε μαρασμό.''

Κώστας Ουράνης (1890-1953)