Ναός και νεκροταφείο Αγίου Γεωργίου

Ερμούπολη - Ορθόδοξο Νεκροταφείο Αγίου Γεωργίου

O Ιερός Ναός του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου είναι τρίκλιτη βασιλική. Χτίστηκε το 1833 και εγκαινιάστηκε από τον Μητροπολίτη Κυκλάδων Άθιμο το 1839. Στην δυτική πλευρά του Ναού, όπου σήμερα είναι το οστεοφυλάκιο, επί σειρά ετών λειτούργησε η Ιερατική Σχολή Σύρου.


Βρίσκεται στην οδό Αγ. Γεωργίου, τον δρόμο που οδηγεί στην Άνω Σύρο, και είναι προσιτό από τον περίβολο της ομώνυμης εκκλησίας. Ο Άγιος Γεώργιος, με το όλο μάρμαρο καμπαναριό που ορίζει την είσοδο στον περίβολο, είναι η τρίτη εκκλησία της Ερμούπολης και χτίστηκε το 1839. Ήταν μονόκλιτη βασιλική με ανοιχτές στοές στις τρεις πλευρές που σήμερα έχουν κλειστεί.

Επιγραφή στην κεντρική αψίδα του ιερού δηλώνει τον πολιούχο, τους δωρητές και την ημερομηνία ολοκλήρωσης. Η εκκλησία έχει αλλοιωθεί από διαδοχικές επισκευές, από το 1857/58 ώς τις αρχές του 20ού αιώνα
Στις μακρές πλευρές προστέθηκαν τα παρεκκλήσια της Αγ. Θέκλας και του Αγ. Ανδρέα. Στο μαρμάρινο τέμπλο της Αγ. Θέκλας υπάρχει επιγραφή με το όνομα του γλύπτη Ι. Φιλιππότη. Οι φορητές εικόνες είναι έργα των Φρ. Δεσίπρη, Δ. Κωσταράκη, Εμμ. Ψαλτίδη. Στα βόρεια της εκκλησίας βρίσκεται το οστεοφυλάκιο:

Το Νεκροταφείο εγκαινιάστηκε το 1834, οπότε και καταργήθηκε το νεκροταφείο της Κοίμησης. Το παλαιότερο τμήμα του βρίσκεται στα νότια του περιβόλου του Αγ. Γεωργίου και περιλαμβάνει δύο κατηγορίες τάφων, τους απλούς και τους μνημειακούς.
Οι πρώτοι (Α), με τις μαρμάρινες ταφόπλακες σε παράλληλη διάταξη, είναι οι τάφοι των πρώτων οικιστών, αλλά με την επαναχρησιμοποίησή τους οι παλαιότερες επιγραφές έχουν αντικατασταθεί ή συνυπάρχουν με νεότερες.
Η διακόσμηση τους είναι γενικά απλή. Σε λίγες περιπτώσεις τα ανάγλυφα κοσμήματα παρουσιάζουν σύνεργα ή σύμβολα της τέχνης του θανόντος (άγκυρες, καράβια). Το σύνολο καταγράφει τη σταδιακή διάδοση των νεοκλασικών μοτίβων -στεφάνια, μαίανδροι, λύχνοι-, που διδάσκονταν από το 1843 οι τεχνίτες μαθητές του Πολυτεχνείου στο μάθημα της Κοσμηματογραφίας και που ενσωμάτωσαν στα παραδοσιακά στοιχεία (σταυρός).

Η νέα θεματική διακόσμηση επικράτησε μετά το 1870 στα ταφικά μνημεία (Β). Αυτά χρονολογούνται από το 1860 περίπου και βρίσκονται σε ιδιαίτερο χώρο στα νότια του προηγούμενου τμήματος. Η διακόσμηση τους είναι γενικά απλή. Σε λίγες περιπτώσεις τα ανάγλυφα κοσμήματα παρουσιάζουν σύνεργα ή σύμβολα της τέχνης του θανόντος (άγκυρες, καράβια). Το σύνολο καταγράφει τη σταδιακή διάδοση των νεοκλασικών μοτίβων -στεφάνια, μαίανδροι, λύχνοι-, που διδάσκονταν από το 1843 οι τεχνίτες μαθητές του Πολυτεχνείου στο μάθημα της Κοσμηματογραφίας και που ενσωμάτωσαν στα παραδοσιακά στοιχεία (σταυρός).

*
Διατάσσονται σε τέσσερις ζώνες που χωρίζονται από παράλληλους διαδρόμους. Αποτελούν ένα θαυμαστό και σπάνιο σύνολο γλυπτικών και αρχιτεκτονικών έργων, που ακολουθούν τις αρχές του κλασικισμού, όπως τις διατύπωσαν στα ταφικά μνημεία της Ευρώπης από τα τέλη του 18ου αι. μεγάλοι γλύπτες και ιδίως ο Ιταλός Αntonio Canονα:

Oι επικρατέστεροι τύποι είναι οι ναΐσκοι, οι σαρκοφάγοι και οι επιτύμβιες στήλες, κατά τα αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά πρότυπα, ενώ ο θάνατος παριστάνεται συνήθως με τις ευχάριστες μορφές των αγγέλων.

Όλα τα μνημεία έχουν τη δική τους φυσιογνωμία και ομορφιά. Σημειώνουμε τα σημαντικότερα, με τη σειρά που απαντώνται στην προτεινόμενη διαδρομή.

Μερικοί ακόμη μνημειακοί τάφοι βρίσκονται στο δυτικό τμήμα του Νεκροταφείου, όπου και το Οστεοφυλάκιο, κτίριο του 1863 που ανακαινίστηκε πλήρως το 1987 επί δημαρχίας Ελ. Πιταούλη: Την είσοδό του ορίζει στοά με τρίλοβο άνοιγμα και αέτωμα, όπου και η αφιερωματική επιγραφή της ανέγερσης.
1.Σαρκοφάγος του 1858, τάφος Βλαδίμηρου Ιω. Αντωνιάδη, παιδιού τριών ετών από την Αίγυπτο, που πέθανε ενόσω ο πατέρας του έλειπε στο Παρίσι. Επιγράμματα και παραστάσεις εξιστορούν τα σχετικά περιστατικά και υποδεικνύουν τους δύο τόπους.
2.Τάφος-ναΐσκος του Αναστάσιου Αποστολίδη, του 1869, με την υπογραφή του Τήνιου γλύπτη Κ. Μαρμαρινού, που σπούδασε στο Πολυτεχνείο, με κορινθιακού ρυθμού κίονες, αετώματα και άγαλμα αγγέλου.
3.Τάφος του Υδραίου αγωνιστή και πλοιάρχου Ανδρέα Κοσμά με επιτύμβια στήλη και διάκοσμο που αναφέρεται στην ιστορία του: ιστιοφόρο, παράσημα, σημαίες και σπαθί. Άγγελος γονατιστός και επίγραμμα με το ιστορικό της ζωής του.
4.Τάφος-ναΐσκος του Ιωάννη Στ. Πρώιου, Θείου του Σταμαίου, ιωνικού ρυθμού, του 1857 ανακαινίστηκε το 1882.
5.Μαυσωλείο Αικατερίνης Σκ. Μαυροκορδάτου, με σχέδια Δημ. Ελευθεριάδη, 1902.
6.Τάφος-ναΐσκος Ελπιδοφόρου Λαδοπούλου, έργο του Γ. Βιτάλη, 1894. Ανάγλυφη προτομή του θανόντος, αγγελάκια με τα σύμβολα της δικαιοσύνης και των δραστηριοτήτων του, άγγελος με κλειστές φτερούγες.
7.Τάφος Δημ. Βαφιαδάκη, σαρκοφάγος που πρέπει να αποδοθεί στον γλύπτη Γ. Βιτάλη. Απέριττος διάκοσμος, θεσπόζει ο άγγελος που κάθεται στο κάλυμμα λυπημένος.
8.Τάφος-ναΐσκος Εμμ. Κ. Τσιροπινά, με δωρικό πρόπυλο, αέτωμα και σιδερένια περίτεχνη πόρτα. Αχρονολόγητο.
9.Τάφος-ναΐσκος Ζ.Δ. Πετροκοκκίνου, με αρράβδωτους ιωνικούς κίονες και μαρμάρινη λουτροφόρο σε βάθρο.
10.Τάφος του Χιώτη μεγαλεμπόρου Π.Α. Αυγερινού, σαρκοφάγος με φτερωτό άγγελο, αχρονολόγητο έργο του Γ. Βιτάλη.
11.Τάφος Δημητρίου και Θεοδώρου Ροδοκανάκη, σαρκοφάγος με διακόσμηση που υποδηλώνει την «ευγενή» καταγωγή.
12.Τάφος οικογενειών Πρωίου και Κρίνου σαρκοφάγος με ένθετη ανάγλυφη προτομή του Σταμ. Κ. Πρωίου. Απλός διάκοσμος, δύο γυναικείες μορφές και επιγραφές.
13.Τάφος-οβελίσκος Εμμ. Ζ. Ψύχα, 1888 ανάγλυφη φλόγα στην κορυφή και ένθετο μετάλλιο με προτομή του ανδρός (1891) κ.π.λ.

Δ.Βικέλας, Η ζωή μου (εκδ. ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ 2009), σελ. 120

<< Τήν εθάψαμεν εις τό κοιμητήριον της Ερμουπόλεως, παρά τήν είσοδον της εκκλησίας, εις δέ τήν πλάκα του τάφου της η μήτηρ μου ηθέλησε νά χαραχθή, υπό τό όνομά της, το εξής τετράστοιχόν μου:
Έθαλλες επί του κόσμου άνθος εύοσμον κι'ωραίον
αλλ'εις βάσανα καί λύπας ο Θεός νά ζής μή θέλων,
σ'ήρπασεν απ'τάς αγκάλας των φιλτάτων σου γονέων
εις τούς ουρανούς, ν'αυξήσης τήν χορείαν των αγγέλων.>>
 
 
Λουκρητία Δούναβη, Το βυσινι φουστάνι (Εκδόσεις 'ΤΟ ΡΟΔΑΚΙΟ'), σελ. 40

Ν'ανεβάζει τη φωνή του ο ένας, να πιτώθει πιότερο ο άλλος, ώσπου στο τέλος ησυνεχίσανε την κηδεία με το ''Χαρικλάκι'', γιατί ο παπάς ησταμάτησε να λέει το ρέκουε. Μόνου είπε:
-Αξίωσε με, Κύριε, να τηνε πάω, ακόμα και με τσιφτετέλι, φτάνει να μη μου τηνε παρατήσουνε.
Τον ράισε η ψυχή μου. Αφού είχανε φτάσει πια εκειδά στο σπίτι της Φασίσαινας, ήγινε το ανήκουστο. Αρχέψανε να σφυροκοπούνε οι σειρήνες.
-Συναγερμός! ηφωνάζανε όλοι μαζί. Παρατάνε δα την πεθαμένη στον κατήφορο κι όπου φύγει-φύγει. Η Μαργαρώ ο Χάμος ήτανε πάλι χάμω. Και δεν ήφτανε αυτό, άρχεψε να κατρακυλά τα σκαλάκια και παραλίγο να φτάσει μέχρι το Σα-Μπαστιά. Ένα λείψανο κουλουβάχατο. Άμαν ητέλεψε ο συναγερμός, τρέχει ο παπάς, άφαντο το κασόνι και αυτοί που το σηκώνανε. Κουτουλούσε το κεφάλι του στο ντουβάρι.
-Για τον κανόνα των αμαρτιώ μου, είπε και ήπηρε πάλι τις δρόμοι μπαΪλντισμένος, για να βρεί ανθρώποι, ν'αποτελειώσει την κηδεία.
-Για το χατίρι σου, παπά μου, ηξανάπανε. Τηνε μαζεύουνε από χάμω βουβοί και λάχα τραβάνε ντουγρού για το Νεκροταφείο. Και που να τηνε θάψουνε που ήτανε όλα τίγκα; Βρίσκουνε θέση σε μια μπάντα, σύρριζα στο ντουβάρι και τηνε βολεύουνε εκειδανά.